Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2018

Οι ολόσωμοι καθρέφτες των ασανσέρ.....



Εδώ και καιρό ,με προκάλεσε ένα κείμενο που έφερε τον τίτλο :
 «Οι άνθρωποι γίνονται περισσότερο κοινωνικοί και λιγότερο ανθρώπινοι»
( στη σελίδα (
DoctV .gr)

Το διάβασα κι εντυπωσιάστηκα όχι τόσο γιατί  το περιεχόμενο φωτογραφίζει σαν σε ψηφιακή φωτογραφία  ένα  πασίγνωστο  σύγχρονο βίωμα  όλων των Ελλήνων  αστών, όσο, γιατί γράφτηκε  μια άλλη εποχή(1983-1986)…..
`````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````




« Ίσως Να ‘Ναι κι Έτσι»
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ: Λέξεις που έρχονται στο φως από τα βάθη των αιώνων από την σειρά "Εικονοστάσιο Ανωνύμων Αγίων",
 
 «ΟΣΟ ΠΕΡΝΑΝ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ, ΤΟΣΟ ΟΙ ΠΑΛΙΟΙ ΓΝΩΣΤΟΙ ΜΑΣ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΟΝΤΑΙ Ο ΕΝΑΣ ΑΠ’ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ. Οι άνθρωποι γίνονται περισσότερο κοινωνικοί και λιγότερο ανθρώπινοι. Χάνουν τις ιδιομορφίες τους, τα ιδιαίτερα προτερήματα και τα ελαττώματά τους -σχεδόν ισοπεδώνονται. Οι φιλίες μαραίνονται. ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΕΡΓΟ ΕΙΝΑΙ ΠΩΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΑ, ΣΤΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΟΥΣ, οι άνθρωποι μοιάζουν περισσότερο (ακόμη και στα κοστούμια τους και στη χτενισιά τους), σαν να καταργηθήκανε οι διαφορές τους, κι όμως τώρα ακριβώς νιώθεις πως οι διαφορές τους αυξήθηκαν, κι όλοι τους χωρισμένοι με διαδοχικά κάθετα στρώματα τυπικότητας κι ευγενικής ψυχρότητας.

ΟΠΩΣ ΑΛΛΩΣΤΕ ΚΑΙ ΤΑ ΣΠΙΤΙΑ. Οι όμορφες εκείνες μονοκατοικίες με τις γύψινες γιρλάντες, με τους καπνοδόχους, τ’ ανθέμια, τους κήπους, τα πηγάδια, καθεμιά τους με το δικό της γούστο, τη δική της φυσιογνωμία, απορία ή και αδεξιότητα, δόθηκαν με αντιπαροχή κι υψώθηκαν τα πολυώροφα, μονότονα, απρόσωπα, τσιμεντένια κουτιά, κρύβοντας τον Παρθενώνα, τον Αϊ-Γιώργη του Λυκαβηττού, σφαγιάζοντας τα δεντράκια μας, πιπεριές, μουριές, γαζίες, τις παιδικές μας αναμνήσεις, τους χαρταϊτούς, τα σκοινιά της μπουγάδας, τ’ αστέρια, τις ξιπόλητες ποδοσφαιρικές ομάδες, τις βραδινές κουβεντούλες από παράθυρο σε παράθυρο, από αυλή σε αυλή με τις μυρωδιές του βασιλικού και του δυόσμου, με τον μητρικό νουθετικό ουρανό, με το φεγγαράκι μια φέτα δροσερό…
Ω, ΠΑΝΕ, ΠΑΝΕ ΚΑΙ ΤΑ ΠΛΑΝΟΔΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ, παγοπώλες, γιαουρτάδες, γαλατάδες, ομπρελάδες, γανωτζήδες, παπλωματάδες, τροχιστές, καρεκλάδες, ιχθυοπώλες, μανάβηδες με τα γαϊδουράκια τους ή τα χειραμάξια τους και μοσκοβόλαγαν οι γειτονιές ροδάκινα, ντομάτες, αχλάδια και τριαντάφυλλα κι οι κότες κακάριζαν θριαμβευτικά, δοξάζοντας κάτι άγνωστο και οικείο, λευκό και σφαιρικό κι αδιαμφισβήτητο, κι ούτε χρειάζονταν καν ξυπνητήρια ή ρολόγια, γιατί, απ’ τη μια τ’ αστέρια, απ’ την άλλη τα κοκόρια, είχαν αναλάβει τη χρονική και μετεωρολογική μας ενημέρωση, με ακρίβεια και με κάποια εύθυμη πονηρία, κάπως διφορούμενη.
ΚΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΣΤΡΙΜΩΧΤΗΚΑΝΕ ΦΑΜΙΛΙΕΣ ΚΑΙ ΦΑΜΙΛΙΕΣ μέσα σε τούτα τα κουτιά, κοντά -κοντά, πλάι πλάι, κι ούτε γνωρίζονται κι ούτε βλέπονται ούτε χαιρετιούνται, κι αντίς για δέντρα έχουν κεραίες τηλεοράσεων, και μονάχα οι ολόσωμοι καθρέφτες των ασανσέρ κάτι κρατούν από μνήμες ερωτικών δωματίων…
ΚΙ ΟΧΙ ΝΑ ΠΕΙΣ ΠΩΣ ΣΗΜΕΡΑ ΔΕΝ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΖΟΥΝ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ -λόγια, άλλο τίποτα, άφθονα λόγια- μα δε συνομιλούν, δε λένε τίποτα δικό τους, προσωπικό, ιδιωτικό, ιδιαίτερο (και γι’ αυτό καθολικό), μόνο λόγια, ξένα, μηχανικά, δημοσιογραφικά, γενικού ενδιαφέροντος, μεγάλοι τίτλοι εφημερίδων, γιατί, πράγματι, ξεφυλλίζουν πολλές εφημερίδες διαβάζοντας μόνον τα κεφαλαία γράμματα και τα εγκλήματα και τις αυτοκτονίες, ακούν επίσης τις ειδήσεις των 9 ή και των 12 απ’ την τηλεόραση (έγχρωμη τώρα) -άνθρωποι επαρκώς ενημερωμένοι, πολύ παρόντες (εδώ και σήμερα), κι εντελώς απόντες απ’ τον εαυτό τους, απ’ το παρελθόν τους, το μέλλον τους και, φυσικά, απ’ το παρόν τους, μακριά απ’ τους άλλους…»
```````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````

 Αποσπάσματα από το βιβλίο του Γιάννη Ρίτσου, Ίσως Να ‘Ναι κι Έτσι, εκδ. Κέδρος Γιάννης Ρίτσος (1 Μαΐου 1909-11 Νοεμβρίου 1990): Έλληνας ποιητής. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της νεότερης ελληνικής ποίησης. Δημοσίευσε πάνω από εκατό ποιητικές συλλογές και συνθέσεις, εννέα μυθιστορήματα, τέσσερα θεατρικά έργα, μελέτες, μεταφράσεις, χρονογραφήματα. Το 1968 προτάθηκε για το βραβείο Νομπέλ, το οποίο δεν πήρε, διότι θεωρήθηκε στρατευμένος ποιητής (δηλαδή ήταν μέλος του ΚΚΕ). Το 1975 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίoυ Θεσσαλονίκης και το 1977 τιμήθηκε με το Βραβείο Ειρήνης Λένιν. Άλλα σημαντικά βραβεία που απέσπασε είναι το Μέγα Διεθνές Βραβείο Ποίησης (Βέλγιο, 1972) και το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το έργο του, Η Σονάτα του Σεληνόφωτος (1956).

3 σχόλια:

  1. Εντάξει....
    μια τεράστια προσωπικότητα Λυγερή μου.
    Και τι λόγος....!
    Μας μάγεψες στο ξεκίνημα Λυγερή μου.
    Καλή σου βδομάδα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Εκείνο που με άφησε άφωνη Γιάννη μου ,είναι το "βιογραφικό" του Ποιητή κι Ανθρώπου.

      Όλοι λίγο πολύ ξέρουμε την δράση του την συνδεδεμένη με μια δραματικά αμφιλεγόμενη κι επώδυνη περίοδο της Ελλάδος.
      Την δραματική πορεία στην προσωπική του ζωή, την ποίηση, τον πολιτικό χώρο που ανήκε. Τα βασανιστήρια που υπέστη λόγω των ιδεών του μαζί με χιλιάδες άλλους πνευματικούς ανθρώπους αλλά και απλούς πολίτες της εποχής του.

      Βέβαια οι περισσότερο από εμάς δεν έχουμε (ευτυχώς ) ιδίαν αντίληψη και προσωπικά βιώματα από εκείνη την ζοφερή εποχή της χώρας μας. Αλλά οι ουλές από τις πληγές στην μεταπολεμική Ελλάδα υπάρχουν βαθιά χαραγμένες και είναι ανιχνεύσιμες για όσους βάζουν τον δάκτυλο στον τύπο των ήλων….

      Αλλά για να επανέλθω στον διακριτό Γιάννη Ρίτσο ερωτώ:
      Πόσες φορές πέθανε και αναστήθηκε αυτός ο Έλληνας ?

      Καλή μας εβδομάδα Γιάννη μου. Νάμαστε καλά ,να τα λέμε κι αν μας προκύπτει καμιά φορά ας βάζουμε και μείς τον δάκτυλο στον τύπο των ήλων. Δεν βλάπτει…

      Διαγραφή
  2. Καλημέρα Λυγερή μου και από εδώ. Είμαι λίγο χαμένη αλλά θα τα βρω όλα και θα τα λέμε συχνά. Σε φιλώ

    ΑπάντησηΔιαγραφή