Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010

ΡΙΖΕΣ

Χρόνια τώρα έχω μπει στην διαδικασία να συλλογίζομαι διεξοδικά κάθε τι που συμβαίνει ολόγυρά μου. Ασήμαντα έως σημαντικά ,κατά την άποψη μου πάντα . Συνδέω τις άκρες τους με την συμπεριφορά της Φύσης ,του σύμπαντος που δεν γνωρίζω και δεν θα μάθω ποτέ, αλλά νοιώθω ότι είμαι-είμαστε ένα μέρος του.



Η ιστορία που ακολουθεί είναι ένα πραγματικό μου βίωμα .

`````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````

Ψώνιο μεγάλο έχω με τα λουλούδια. Με τα φυτά εν γένει.
Εδώ και πάρα πολλά χρόνια μεγάλωνα ένα benzamin στο μπαλκόνι μου. Ο Κορμός και τα κλαριά του γέρικα αλλά δυνατά. Διαμετρικά δεν χωρούσαν στην χούφτα μου.
Η φυλλωσιά του παραδόθηκε στον χιονιά του περυσινού Χειμώνα και το δεντράκι έμεινε σχεδόν γυμνό από φύλλα. Δυο τρία κλαριά μόνο έμειναν ακόμη ντυμένα πράσινα.
Είπα λοιπόν να του αλλάξω γλάστρα, νέο φρέσκο χώμα ακόμη και θέση, μήπως και το ξανανιώσω σε νέο περιβάλλον. Το άφησα 7 ημέρες απότιστο, για να μπορέσω να το βγάλω από τη γλάστρα. ΑΔΥΝΑΤΟΝ ! Βρε το έσερνα από δω, το γύριζα από κει τίποτα. .Σύσσωμο φυτό και γλάστρα λες κι είχαν τεντώσει τα πόδια, είχαν σφηνώσει στο μωσαϊκό του μπαλκονιού και δεν μετακινούνταν ούτε με γερανό. Ώσπου ανακάλυψα, ότι «χλωρές» ρίζες έχουν τρυπήσει τη γλάστρα έχουν γίνει τουλάχιστον πέντε εκατοστά κορμός. Έχουν διεισδύσει εκεί που σμίγει το μαρμάρινο πρεβάζι με το μωσαϊκό, έχουν προχωρήσει προφανώς βαθιά στη πλευρά του μπαλκονιού όπου τοίχος. Νηστικές, άνυδρες προχωρούν ακάθεκτες όπου τις οδηγεί το ένστικτό τους. Χωρίς τροφή, χωρίς νερό, χωρίς φως.
Έμεινα άναυδη και έκθαμβη να παίρνω ακόμη ένα μάθημα από τη Φύση.
Τι να έκανα όμως που έπρεπε να «χτυπήσω το κακό στην ρίζα του», πριν φουσκώσει για τα καλά ο τοίχος , πέσει και σπάσει και κανενός περαστικού το κεφάλι;;;
Άρχισα να σκέπτομαι πώς θα αποκόψω αυτόν τον ομφάλιο λώρο του φυτού με την μάνα ( παραμάνα από τσιμέντο) Γη.
Πριόνι, σφυρί, μαχαίρι, ψαλίδι για κλαριά, και όση δύναμη στα χέρια διαθέτω δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Τελευταίο εργαλείο μου η φαντασία μου και η ΘΕΛΗΣΗ μου.
Στηρίχτηκα με όλο το ύψος μου (1.65) και βάρος μου πάνω στην γλάστρα ( 65 κιλά δεν είναι λίγο). Άρχισα με αργές απαλές κινήσεις( η πονηρή Οδυσσέας) να την στρίβω αριστερά μέχρι εκεί που έφτανε η αντίσταση της ρίζας που δεν κοβόταν. Όταν έβλεπα ότι δεν πάει άλλο ,ξανά στροφή προς τα δεξιά αυτή τη φορά, και τανάπαλιν. Μέχρι που μου παραδόθηκε , μου έμεινε η γλάστρα στα χέρια .
Η ρίζα ξεκομμένη, διεστραμμένη, βαθιά χωμένη μεταξύ τσιμέντου και μαρμάρου η μισή, και η άλλη μισή κρεμασμένη έξω από την διαρρηγμένη γλάστρα ,σαν ακρωτηριασμένο σαλιγκάρι που δεν μπορούσε να γυρίσει στην κρυψώνα του .
Σαν το χεράκι ενός εμβρύου που ζητάει βοήθεια να βγει από την μήτρα καταδικασμένο να πεθάνει πριν γεννηθεί ...ή ευλογημένο μ' ένα θαύμα να σωθεί.....