Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2009

Tα Θαύματα δεν γεννιούνται στο λυκόφως και την απανεμιά


Μια αληθινή ιστορία Αγάπης .

Η Αργυρώ, αγρότισσα από την Μεσσηνία, δεν είχε που να πάει στην Αθήνα, μετά την κηδεία της κόρης της που σκοτώθηκε από μηχανή στην Λεωφόρο Συγγρού ,τα ξημερώματα μιας Τρίτης .

Δεν έφυγε όμως αμέσως για το χωριό της, γιατί ήθελε να δει τι θα αποκάνει, με δαύτο το άλαλο παιδί 3-4 χρονών ( ? ) που βρήκε αφημένο στη κάμαρα της κόρης της, στο μισογκρεμισμένο ξένο σπίτι κοντά στην χωματερή του Σχιστού.

Το αγόρι δεν μιλούσε, δεν λαλούσε,, πείναγε διαρκώς, πήγαινε κι ερχόταν επί τόπου στο μικρό δωμάτιο.

Η Γριά τα είχε χαμένα. Στην Αθήνα ,είχε να έλθει πριν δεκαπέντε χρόνια όταν η κόρη της είχε μπερδέματα με το τμήμα Ηθών. Έκανε ,λέει, πεζοδρόμιο χωρίς άδεια.
Κάποια πρωτοξάδελφα στα Μανιάτικα, του Πειραιά, ούτε ήξερε που να τα βρει αλλά ούτε και που ήθελε για να την δουν.

Αγνοούσε ,μέχρι τότε, την ύπαρξη του παιδιού ,ούτε που γνώριζε τίνος ήταν ! Περίμενε από μέρα σε μέρα κάποιος να το αποζητήσει ,ο πατέρας του ίσως. ..Αν και αυτή την εβδομάδα δεν φαινόταν κανείς θα πήγαινε να το παραδώσει στην αστυνομία. Τι άλλο μπορούσε να κάνει ? Να το πάρει στο χωριό ?
Δεν σφάξανε.

Παρασκευή πρωί, είπε να πάει στο νεκροταφείο ν' ανάψει το καντήλι στην κόρη της . Μετά θα άφηνε το παιδί στην αστυνομία και την επομένη το πρωί θα έφευγε πρώτα ο θεός για τον τόπο της, να ησυχάσει στο φτωχικό της ,να κλάψει το αδικοχαμένο στην ζωή και τον θάνατο κορίτσι της.

Κάθισε σε ένα ανάχωμα ,δίπλα στο μνήμα ,έβαλε το πρόσωπο της στα δυο της χέρια κι αναλύθηκε σε αναφιλητά . Μόνη ,σίγουρη πως δεν την άκουγε κανείς.

Ξαφνικά θυμήθηκε το μικρό.. Άρχισε να φωνάζει:

βρέεεεεε που είσαι βρεεεε? Άφαντος ο μικρός. Γύρισε η δόλια, όλο το νεκροταφείο . Δεν το βρήκε πουθενά. Δεν την κρατούσαν άλλο τα πόδια της. Σύρθηκε μέχρι την λεωφόρο Σχιστού, πήρε το λεωφορείο, κατέβηκε στον Πειραιά και πήγε στην αστυνομία .

Το και Το.!!!

Κινητοποιήθηκαν οι αρχές. Πριν ακόμη δύσει ο ήλιος , βρήκαν τον μικρό φυγάδα φοβισμένο, ένα πουλί χωρίς φτερά, χωρίς φωλιά, κουρνιασμένο σε έναν άδειο ανοικτό οικογενειακό τάφο
Ένα παιδί χωρίς μιλιά, χωρίς μάνα, χωρίς πατέρα μόνο πάνω στη Γή.

Δεν είναι το μοναδικό.

Ακολούθησε, η νόμιμη διαδικασία, το παιδί παραδόθηκε στο ΠΙΚΠΑ και από κει στο Νταού Πεντέλης.

```````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````

Ό,τι Θέλεις είμαι εγώ εδώ.

Η κυρία Ασπασία, έχασε τον άντρα της πολύ νέα . Έμεναν με την μοναχοκόρη της την Ευγενούλα 8 χρονών στη Νεάπολη του Πειραιά.. και αποφάσισε να μην ξαναπαντρευτεί.

Είχε μια φίλη στο ΠΙΚΠΑ . Αυτή μύησε την κυρία Ασπασία στην ιδέα της Αναδοχής. Το ΠΙΚΠΑ εξασφαλίζει την απαιτούμενη στοιχειώδη δαπάνη διαβίωσης,. Το κοριτσάκι της θα μεγάλωνε με ένα αδελφάκι και κείνη θα ανάσταινε ένα γιο που τόσο πολύ επιθύμησε στην ζωή της.
Πράγματι έγινε ανάδοχος μητέρα ενός ορφανού αγοριού 5 ετών του Μάνου, που βρήκε μάνα κι αδελφή κι έγινε αναπόσπαστο μέλος της οικογένειας τους.

Η ζωή τους κυλούσε αθόρυβα με τις καθημερινές λύπες και χαρές που συμβαίνουν και στις καλλίτερες οικογένειες. Τα δύο αδέλφια μαλώνανε, αγαπιόντουσαν, αλλά ευτυχώς παίρνανε τα γράμματα κι έτσι η κυρία Ασπασία είχε μόνο να τα φροντίσει, να τα νοιαστεί, και να ζει μέσα από τα δυο παιδιά της την ζωή που δεν έζησε πριν αποκτήσει τον Μάνο.

Μια Καθαρά Δευτέρα κάλεσε την οικογένεια, η φίλη τους από το ΠΙΚΠΑ
( που ήταν και χρεωμένη, από την Υπηρεσία της, με την παρακολούθηση της αναδοχής του Μάνου), στην Ραφήνα στο εξοχικό της να περάσουν την ημέρα , να παίξουν και τα παιδιά.

Πήγαν!
Αυτή η Καθαρά Δευτέρα σημάδεψε την ζωή τους. Εκεί συνάντησαν για πρώτη φορά τον Στέφανο. Αυτό το όνομα έδωσαν οι ιθύνοντες του Νταού Πεντέλης, στον μικρό μας ήρωα. Τον δραπέτη που διάλεξε για καταφύγιο στη ζωή έναν ανοικτό τάφο.

Τα δυο παιδιά, ο Μάνος και η Ευγενούλα ξετρελάθηκαν με τον μπόμπιρα Στέφανο, έτσι όπως ήταν, λευκός, στρουμπουλός γαλανομάτης, κινητικός, με εμφανή την νοητική του αδυναμία και με κείνο το πλατύ αθώο χαμόγελο που ζωγράφιζε άγιο το προσωπάκι του.

Το πρότεινε η φίλη του ΠΙΚΠΑ .
Το θέλησαν πολύ τα παιδιά.
Το θέλησε ο Θεός.
Το σκέφτηκε και η κυρία Ασπασία και έγινε ανάδοχος μητέρα
και του Στέφανου !!!

Μεγάλη η ευθύνη. Πολύς ο κόπος. Η κούραση αξεκούραστη..

Δεν είναι εύκολο να μεγαλώνεις ένα παιδί με βαριά νοητική αναπηρία.

Τα θαύματα όμως δεν γεννιόνται στο λυκόφως και την απανεμιά.

Τα θαύματα ξεπηδούν μέσα από τον πόνο την βάσανο, και λάμψη τους ακολουθεί.

Η λάμψη της Αγάπης γιόμισε με φως το φτωχικό της κυρίας Ασπασίας.

Τα δυο αγόρια αγαπήθηκαν σαν να είχαν βγει από την ίδια κοιλιά, και η Ευγενούλα φρόντιζε το Στεφανάκο της σαν μια δεύτερη μάνα του. Η κυρία Ασπασία πάλευε σκληρά να τα φέρει βόλτα με τρία παιδιά. Αξιώθηκε όμως να τα «μεγαλώσει»

Την Ευγενούλα την πάντρεψε «καλά» και έχει και εγγονάκι σήμερα.

Ο Μάνος έγινε ηλεκτρονικός μηχανικός, ένα ευγενέστατο παλικάρι, στέλεχος σε μια ιδιωτική επιχείρηση που τον εκτιμούν και οι πέτρες.

Ο Στέφανος, αχ αυτός ο Στέφανος το στερνοπούλι της ! Δεν βάζει γλώσσα , τώρα πια , μέσα.
Κάθε μέρα πάει βόλτα με το αυτοκίνητο που τον πάει και τον φέρνει σ’ ένα Κέντρο Δημιουργικής Απασχόλησης για παιδιά με Ειδικές Ανάγκες στην περιοχή τους.
Της ξεφεύγει και πάει μόνος του στο φούρνο και το ζαχαροπλαστείο και αγοράζει ότι θέλει η ψυχή του με το χαρτζιλίκι που φροντίζει ο αδελφός του να μην του λείπει.|
Άσε που χαλάει τον κόσμο με τα γέλια του, τα τραγούδια του και τις γυροβολιές του. Κι όχι τίποτ΄ άλλο, δεν μπορεί σαν μάνα να του βάλει φωνή να τον αγριέψει. ΄ Έχει τον μεγάλο τον Μάνο της, που όλη την ώρα της παραγγέλνει:.

« Μάνα ,πρόσεχε τον αδελφό μου, μην τον μαλώνεις σε παρακαλώ.
Ό,τι θέλεις είμαι εγώ εδώ....."